υπεραρπάζομαι

υπεραρπάζομαι
Μ
υψώνομαι πολύ πιο πάνω από όλα τα άλλα («ὁ πρῶτος θεὸς ὑπερήρπασται πασῶν τῶν τοῡ ὄντος προόδων», Πρόκλ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”